Διονύσης Χρηστόπουλος
μέλος Δ.Σ. Συλλόγου Μουσικών Φιλαρμονικής Πολιτιστικού Οργανισμού Δήμου Αθήνας (ΣΥΜΦΠΟΔΑ)
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες το έχουν τερματίσει. Είναι από τις περιστάσεις που οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν την κατάσταση. Θα ήταν για γέλια, αν όλο αυτό δεν συντελούνταν στην πλάτη των εργαζομένων.
Την 1η Νοέμβρη ένας μικρός αριθμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων στα οποία έχει σημαντική παρουσία η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά (ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλοι) και ο αναρχο-συνδικαλιστικός χώρος, κάλεσαν «διακλαδική απεργία από τα κάτω».
Το ΚΚΕ δεν θα μπορούσε να «μείνει πίσω». Έτσι το ΠΑΜΕ κάλεσε τη δική του «γενική» απεργία στις 8 Νοέμβρη. Υποστήριζε –στους διάφορους χώρους– πως 225 πρωτοβάθμια σωματεία και 19 ομοσπονδίες στηρίζουν την πρότασή του.
Και οι δύο πιο πάνω κινήσεις είναι λαθεμένες, για τον ακόλουθο, απλό, λόγο: Το εργατικό κίνημα δεν είναι κόμμα, για να καθορίζει τις κινήσεις του με βάση ιδεολογικά και πολιτικά κριτήρια.
Οι συγκεντρώσεις που καλούν, είτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είτε ο «Αντιεξουσιαστικός» χώρος είτε το ΚΚΕ έχουν το ακόλουθο χαρακτηριστικά: απευθύνονται σε χώρους τους οποίους «ελέγχουν» ιδεολογικά και πολιτικά. Καλούν δε αυτές τις συγκεντρώσεις, όχι μόνο ξεχωριστά και ανεξάρτητα από τις επίσημες συνδικαλιστικές οργανώσεις, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ (στο όνομα του να δημιουργήσουν το αντίπαλο δέος στους εργατοπατέρες) αλλά και ανεξάρτητα από την υπόλοιπη Αριστερά. ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΠΑΜΕ, για παράδειγμα, δεν πρέπει να συναντηθούν στην ίδια συγκέντρωση, δεν πρέπει να κάνουν μαζί πορεία – προφανώς γιατί τότε θα χάσουν από την «επαναστατική καθαρότητα» που αυτοί και μόνο αυτοί έχουν!
***
Η πορεία των σωματείων που κάλεσαν «διακλαδική» απεργία είχε περί τις 2.000 άτομα – μαζί με πολλούς φοιτητές των ΕΑΑΚ και άτομα από τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Μια καλή πορεία για τα δεδομένα του χώρου, μπορεί να πει κανείς, αλλά όχι μια σημαντική διακλαδική απεργία.
Η απεργία που καλούσε το ΠΑΜΕ στις 8 Νοέμβρη δεν έγινε ποτέ, γιατί εντωμεταξύ η ΑΔΕΔΥ προχώρησε στο κάλεσμα γενικής απεργίας του δημόσιου τομέα στις 14 Νοέμβρη. Το Εργατικό Κέντρο της Αθήνας υιοθέτησε την ημερομηνία της ΑΔΕΔΥ. Το ΚΚΕ, που δηλώνει ότι με τους εργατοπατέρες δεν θέλει να έχει καμία σχέση, «ξέχασε» ότι η ΑΔΕΔΥ κυριαρχείται από εργατοπατέρες και μετακίνησε τη δική του απεργία στις 14.
Όσο και αν η αλλαγή της ημερομηνίας από τη μεριά του ΠΑΜΕ δείχνει την αδυναμία, ή ακόμα και την υποκρισία του, η απόφασή του είναι σωστή. Γιατί αν είναι το εργατικό κίνημα να καταφέρει κάποια θετικά βήματα πρέπει να λειτουργεί ενωτικά, που σημαίνει κοινές απεργιακές κινητοποιήσεις αλλά και κοινές συγκεντρώσεις και πορείες. Κάποια στιγμή, πρέπει να σπάσει η γελοιότητα των αναρίθμητων πορειών στο κέντρο των μεγάλων πόλεων με αφορμή κάθε σημαντικό κινηματικό γεγονός. Αυτό, το ΚΚΕ αρνείται να το κάνει. Συμφωνεί μεν σε κοινή ημερομηνία, αλλά προχωρά σε δικές του ξεχωριστές συγκεντρώσεις.
***
Σ’ αυτό το υπόβαθρο εμφανίζεται και η ΓΣΕΕ. Και το ΠΑΜΕ αλλάζει, πάλι, θέση.
Κάθε χρόνο τέτοιο καιρό η ΓΣΕΕ καλεί μια εθιμοτυπική απεργία γιατί είναι η περίοδος που κατατίθεται ο προϋπολογισμός στη βουλή. Έτσι καλεί «γενική απεργία» στις 28 Νοέμβρη. Το ΚΚΕ αλλάζει ξανά την ημερομηνία και μεταθέτει το δικό του κάλεσμα για τις 28 Νοέμβρη.
Έτσι έχουμε (μέχρι της στιγμής) δύο γενικές απεργίες – μία των δημόσιων υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ) και κάποιων μεμονωμένων κλάδων (εργαζόμενοι στην ιδιωτική υγεία, οικοδόμοι κα) στις 14 Νοέμβρη και μία των υπόλοιπων εργαζομένων (ΓΣΕΕ) στις 28 Νοέμβρη. Η πιο εύκολη πρόβλεψη που μπορεί να γίνει είναι ότι θα είναι και οι δύο αποτυχημένες.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες βέβαια, θα λένε, όπως συνηθίζουν, ότι αυτές καλούν απεργίες και δεν συμμετέχουν οι εργαζόμενοι – φταίνε δηλαδή οι εργαζόμενοι για τη μη μαζική συμμετοχή τους στη «γενική απεργία» και όχι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες που συνδυάζουν την ανευθυνότητα απέναντι στο κίνημα με τα ξεπουλήματα των αγώνων.
Η εικόνα βέβαια είναι γελοία και ταυτόχρονα τραγική. Δεν πρέπει όμως να οδηγεί τους εργαζόμενους σε αποστράτευση, πρέπει να τους ωθεί στο να συνειδητοποιούν ότι πρέπει να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους. Το συνδικαλιστικό κίνημα χρειάζεται να ξανακτιστεί. Κι αυτό μπορεί να γίνει ξεκινώντας από τα σωματεία βάσης. Εκεί χρειάζεται μια πολιτική που να επιδιώκει λύσεις στα προβλήματα των εργαζομένων και που να είναι ενωτική. Στο συνδικαλιστικό επίπεδο το κίνημα πρέπει να είναι ενωμένο αν θέλει να έχει επιτυχίες και νίκες. Η πολιτική και ιδεολογική πάλη από τις διαφορετικές δυνάμεις της Αριστεράς πρέπει να συνεχίσει, αλλά μέσα στα πλαίσια ενός ενιαίου συνδικαλιστικού κινήματος και ενωτικών αγώνων.